Cyprus
This article was added by the user . TheWorldNews is not responsible for the content of the platform.

Από ΜΟΤ θα περνούν τελικά οι τουρκοκυπριακές περιουσίες

Από ΜΟΤ θα περνούν τελικά οι τουρκοκυπριακές περιουσίες

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, για λόγους ασφαλείας, πριν την παραχώρηση τ/κ ακινήτου, ο κηδεμόνας θα μεριμνά για την ετοιμασία σχετικής μελέτης για τη στατική επάρκεια του ακινήτου

Κάθε τ/κ ακίνητο, το οποίο θα παραχωρείται με απόφαση του κηδεμόνα τ/κ περιουσιών σε δικαιούχο για σκοπούς στέγασης ή επαγγελματικής χρήσης, θα υπόκειται πλέον σε έλεγχο στατικής επάρκειας. Σε πρώτη φάση, η υπηρεσία τ/κ περιουσιών θα προβαίνει σε οπτικό έλεγχο του ακινήτου και, εάν προκύψει ανάγκη, θα προχωρά στην ετοιμασία μελέτης για τη στατική επάρκεια του ακινήτου. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, υπό τη νέα σύνθεσή του, απέρριψε την Τρίτη την Αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά του τροποποιητικού νόμου που ψήφισε η Βουλή, για θέματα που αφορούν τις τουρκοκυπριακές περιουσίες και τις αρμοδιότητες του κηδεμόνα. Συγκεκριμένα, ο υπό Αναφορά νόμος, τροποποιεί το εδάφιο (1) του άρθρου 7 του βασικού Νόμου, με την προσθήκη, πριν την πρώτη επιφύλαξη, της νέας επιφύλαξης ότι, προτού παραχωρηθεί οποιαδήποτε άδεια χρήσης τουρκοκυπριακής ακίνητης περιουσίας σε δικαιούχους για σκοπούς στέγασης ή επαγγελματικής χρήσης, ο κηδεμόνας -για λόγους ασφαλείας- μεριμνά για την ετοιμασία σχετικής μελέτης για τη στατική επάρκεια του ακινήτου.

Η θέση του ΠτΔ

Η θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως αναπτύχθηκε από την εκπρόσωπο της Νομικής Υπηρεσίας, είχε ως κεντρικό σημείο αναφοράς την εισήγηση ότι η πιο πάνω προσθήκη επιφέρει αύξηση των δαπανών του προϋπολογισμού και, κατά συνέπεια, παραβιάζεται το Άρθρο 80.2 του Συντάγματος. Τίθεται ότι η ετοιμασία μελέτης για τη στατική επάρκεια ακινήτων «….. συνεπάγεται αύξηση δαπανών ή/και εργατοώρων προσωπικού που δεν διαθέτει ο κηδεμόνας με αποτέλεσμα, τούτο, να ανατεθεί στον ιδιωτικό τομέα, γεγονός το οποίο δεν προβλέπεται στον κρατικό προϋπολογισμό». Η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας επιχειρηματολόγησε, επιπρόσθετα, ότι εντοπίζεται ασυμβατότητα του υπό Αναφορά νόμου με τη συνταγματική αρχή της διάκρισης των εξουσιών, καθότι περιέχει στοιχεία διοικητικής ενέργειας και λειτουργίας, «… εφόσον η διαχείριση των τουρκοκυπριακών περιουσιών, η καταλληλότητά τους, ποιες από αυτές παραχωρούνται σε δικαιούχους, αποτελεί κατ’ εξοχήν ζήτημα το οποίο θα πρέπει να ρυθμιστεί από την εκτελεστική εξουσία …». Από την πλευρά του, ο δικηγόρος για τη Βουλή, Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, ανέφερε ότι η υπό εξέταση Αναφορά είναι αβάσιμη και απορριπτέα.

Η απόφαση

Το δικαστήριο κατέληξε ότι, δεν επήλθε επιβάρυνση του προϋπολογισμού και ούτε υπήρξε παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών, γιατί η υπό αναφορά τροποποίηση εμπίπτει στο πλαίσιο του νομοθετικού έργου – εξουσίας της Βουλής. Στην ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου αναφέρεται, μεταξύ άλλων, πως «με τον υπό Αναφορά νόμο τροποποιείται ο βασικός νόμος με την προσθήκη νέας επιφύλαξης, μέσω της οποίας επιφορτίζεται ο κηδεμόνας, για λόγους ασφαλείας, να μεριμνά για την ετοιμασία σχετικής μελέτης ως προς τη στατική επάρκεια τουρκοκυπριακής ακίνητης περιουσίας, προτού παραχωρηθεί οποιαδήποτε άδεια χρήσης της». «Είναι το κατάλληλο στάδιο να υπομνησθεί ότι η ψήφιση του βασικού νόμου προέκυψε ως αδήριτη ανάγκη για λήψη των αναγκαίων μέτρων από την Πολιτεία, κάτω από τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής, προς τον σκοπό διαχείρισης και προστασίας των τουρκοκυπριακών περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν, για όσο χρόνο αυτό ήταν απαραίτητο», προστίθεται. Επιβεβαιώθηκε, επίσης, η συνταγματικότητα του νόμου και πως οι νομοθετικές πρόνοιες δικαιολογούντο με βάση την εφαρμογή του Δικαίου της Ανάγκης». Το δικαστήριο σημειώνει πως «η Βουλή των Αντιπροσώπων, ενεργώντας εντός των αρμοδιοτήτων της, περιέβαλε, μέσα από τις πρόνοιες του βασικού νόμου, τον κηδεμόνα με σειρά εξουσιών, προκειμένου να αντεπεξέλθει στον ρόλο που του ανατέθηκε ως διαχειριστής των τουρκοκυπριακών περιουσιών».

Μετά την απόρριψη από το Ανώτατο Δικαστήριο της Αναφοράς του Προέδρου, ο αρχικός νόμος που ψήφισε η Βουλή τίθεται σε άμεση εφαρμογή.